φρουκτόζη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η φρουκτόζη
      γενική της φρουκτόζης
    αιτιατική τη φρουκτόζη
     κλητική φρουκτόζη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φρουκτόζη < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) αγγλική fructose < λατινική fructus (φρούτο) + -ose (-όζη)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fɾuˈkto.zi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φρου‐κτό‐ζη

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φρουκτόζη θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]